Τρίτη 5 Ιουλίου 2011

Συμπεράσματα που αφορούν στις σχέσεις φύλων και ηλικιών


Μέσα στα γενικότερα πλαίσια της οικογενειακής ιεραρχίας κατά την περίοδο 1950-1970, η σχέση μεταξύ των δύο φύλων δεν ακολουθεί μία τυπική ισοδυναμία. Ο άνδρας έχει την υπέρτατη εξουσία και η γυναίκα υφίσταται τις συνέπειες αυτής της σχέσης εξουσίας, η οποία εκφράζεται με τη χωρική διατύπωση: «η γυναίκα είναι όρθια και ο άνδρας καθιστός», ή «η γυναίκα γονατίζει και βγάζει τα παπούτσια του άνδρα».

(«Δεσποινίς ετών 39», 1954)


(«Ο Αριστείδης και τα κορίτσια του», 1964)


(«Η γυνή να φοβήται τον άνδρα», 1965)


Ενώ δηλαδή η γυναίκα κυριαρχεί στον οικιακό χώρο και φαίνεται να έχει το λόγο για κάθε θέμα που σχετίζεται με την οργάνωση και τη λειτουργία του, αυτό συμβαίνει υπό το καθεστώς οικονομικής εξάρτησης και διαρκούς ελέγχου εκ μέρους του άνδρα. Διαπιστώνεται μία μόνιμη αντιπαράθεση μεταξύ του συναισθήματος και των αισθητικών επιλογών της γυναίκας αφενός και του ορθολογισμού και της χρησιμοθηρίας του άνδρα αφετέρου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο παρακάτω διάλογος από την ταινία «Ένα βότσαλο στη λίμνη...» (1952):


    Ο Μανώλης και η σύζυγός του Βέτα κάθονται στο τραπέζι για να γευματίσουν. Κατά την διάρκεια του σερβιρίσματος, ο Μανώλης βρίσκει υπερβολικό το λάδι που χρησιμοποιήθηκε. Υποδεικνύει στη Σοφία (την οικιακή βοηθό) να βάλει ό,τι περισσέψει σε ένα μπουκαλάκι και να το χρησιμοποιούν για να λαδώνουν τις πόρτες. Συνεχίζοντας τα υποχόνδρια σχόλιά του στρέφεται κατά της συζύγου του. Εκείνη μάταια προσπαθεί να δικαιολογήσει την άποψή της.

  • γυναίκα: Καλά, τρώγε τώρα!

  • άνδρας: Έτσι είναι. Πώς να το κάνουμε. Δεν ξέρω αν είμαι σαφής.

  • γυναίκα: Μα το 'παμε Μανώλη. Είσαι σαφέστατος. Στο «τούτο και στο κείνο» είσαι πρώτης τάξεως άνθρωπος και πρώτης τάξεως νοικοκύρης. Στη ζωή υπάρχει και κάτι άλλο και σ’ αυτό το άλλο υστερείς, Μανώλη… Κατάλαβε αυτό, Μανώλη: την ομορφιά στη ζωή δεν την δίνουν τα απαραίτητα. Την δίνουν τα περιττά.

  • άνδρας: Για στάσου, βρε Βέτα. Εσύ την ομορφιά στη ζωή πώς την εννοείς; Να είναι όλα τα φώτα φόρα αναμμένα και να γράφει το ρολόι κι εμείς να είμαστε ξαπλωμένοι μέσα;

  • γυναίκα: Δεν εννοώ αυτό. Εννοώ κάτι που εσύ είναι αδύνατο να το εννοήσεις και γι’ αυτό καλύτερα ας μην το πω. Θέλω να πω, και αυτό το κάντρο είναι περιττό αλλά στολίζει τον τοίχο.

  • άνδρας: Αφού στολίζει τον τοίχο δεν είναι περιττό. Κάτι κάνει. Κι άμα ένα πράμα κάνει κάτι δεν είναι περιττό! Μιλάμε για το περιττό και για το απαραίτητο.

  • γυναίκα: Δηλαδή θες να πεις ότι και αυτό το κάντρο είναι απαραίτητο;

  • άνδρας: Βεβαίως είναι απαραίτητο. Κάνει κάτι. Έχει ένα σκοπό. Έχει ένα προορισμό. Στολίζει τον τοίχο. Έτσι είναι. Ένα κάντρο στολίζει τον τοίχο. Ένα χαλί στολίζει μία κάμαρα. Ένα μπιζού στολίζει μία γυναίκα. Έτσι είναι!


  • Η Βέτα αρπάζεται από την τελευταία του φράση και φεύγει από την τραπεζαρία με ένα κρυφό χαμόγελο αφήνοντας τον να συνεχίζει τις θεωρίες του περί σπατάλης. Δίνει τις τελευταίες οδηγίες στην Σοφία και την καληνυχτίζει. Μετά πηγαίνει στο υπνοδωμάτιό τους, όπου ο Μανώλης έχει ήδη ξαπλώσει.

  • «Κλειδώσατε τις πόρτες; Σβήσατε τα φώτα; Σφίξατε τις βρύσες;» είναι οι τελευταίοι έλεγχοι που της κάνει. Τέλος, σβήνει το πορτατίφ στην πλευρά του και πλησιάζει ασφυκτικά την γυναίκα του.

  • γυναίκα: Τι είναι βρε, Μανώλη;

  • άνδρας: Τίποτα, τίποτα. Για να μην καίνε και τα δύο τα φωτάκια, κατάλαβες;

  • γυναίκα: Έλα τώρα, Μανώλη. Πήγαινε πιο πέρα. Έπιασε κι η ζέστη.

  • άνδρας: Σ’ ενοχλώ, Βέτα μου;

  • γυναίκα: Ε, βέβαια μ’ ενοχλείς, Μανώλη!

  • άνδρας: Ωραία, αφού σ’ ενοχλώ ας θησαυρίζει η Ηλεκτρική Εταιρεία», απαντάει ο Μανώλης και ανάβει το φωτιστικό του.


Κάτι ανάλογο συμβαίνει στην «Ούτε γάτα ούτε ζημιά» (1955)
  • άνδρας: Δηλαδή, θέλω να πω, άλλο ο άνδρας, άλλο η γυναίκα!

  • γυναίκα: Γιατί;

  • άνδρας: Τι θα πει γιατί; Ο άνδρας είναι άνδρας. Θα μπει, θα βγει, θα ανέβει, θα κατέβει, κινείται έξω, κάποιος πειρασμός θα βρεθεί μπροστά του. Δεν χάλασε ο κόσμος. Ενώ για τη γυναίκα δεν είναι το ίδιο πράγμα. Η γυναίκα είναι η τιμή του σπιτιού. Τόσο δα να κάνει, αμέσως κερατάς ο κύριος Μακρυκώστας. Βέβαια, τρόπος του λέγειν. Ενώ εάν κάνει ο άνδρας, τι είναι; Χαράς το πράγμα. Κανένας δεν θα πει τη γυναίκα του κυρία κερατού!

  • γυναίκα: Διαφωνούμε κύριε Μακρυκώστα.

  • άνδρας: Διαφωνούμε, ε; Ώστε διαφωνούμε!

  • γυναίκα: Ριζικώς …



Όσον αφορά στη σχέση μεταξύ ατόμων διαφορετικών ηλικιών, στις ταινίες που μελετήθηκαν διαπιστώθηκε ότι κατά κανόνα, τα ώριμα άτομα είναι αυτά τα οποία διαπραγματεύονται μεταξύ τους. Σπάνια συναντάμε περιπτώσεις όπου η κύρια ένταση αναπτύσσεται ανά τις γενεές.
Συνήθως τα παιδιά απουσιάζουν από το επίκεντρο του ενδιαφέροντος και της πλοκής. Εάν υπάρχουν παιδιά, τα οποία επηρεάζουν την πλοκή της ταινίας, εάν μεν είναι ανήλικα, τα βλέπουμε είτε υπό κηδεμονική εξάρτηση είτε να διέρχονται μία περίοδο κατ’ εξοχήν αυξανόμενης ανεξαρτησίας, στην προσπάθειά τους να απελευθερωθούν από τους κατεστημένους κανόνες (αυτό ισχύει κυρίως για την περίοδο της εφηβείας).
Βλέπε: ταινία «Ο Αριστείδης και τα κορίτσια του» (1964), όπου ο πατέρας επιστρέφει αναπάντεχα και συλλαμβάνει τις κόρες του να έχουν οργανώσει πάρτι παρά τη ρητή απαγόρευση.

Εάν όμως είναι ενήλικα, τότε τα συναντάμε στην ηλικία μεταξύ είκοσι και τριάντα ετών, στην πλέον κατάλληλη περίοδο για να αξιοποιήσουν όσα η οικογένεια και η κοινωνία είχαν επενδύσει σ’ αυτά. Πρόκειται για τη φάση που οι πόρτες της ζωής τους είναι προκλητικά ανοιχτές, γεγονός που συνδέεται με την ιδέα της διαπραγμάτευσης της ταυτότητας και της κοινωνικής τους θέσης.
Βλέπε: ταινία «Πατέρα κάτσε φρόνιμα» (1967), όπου ο πατέρας από την επαρχία επισκέπτεται αιφνιδίως το γιο του, που σπουδάζει στην Αθήνα, για να διαπιστώσει την ελλιπή του πρόοδο.

Υπάρχουν βέβαια και εξαιρέσεις, όπου στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος βρίσκεται ένα φτωχό παιδί, που με την εργατικότητα και το πείσμα του, αξιοποιεί το λειτουργικό χαρακτήρα της «διανθρώπινης σταθεράς», και ενεργοποιεί την ιδέα της «κοινωνικής ανακύκλωσης».
Βλέπε: ταινίες «Ο λουστράκος» (1962), και «Ο εμποράκος» (1967).